4. ΝΕΦΕΛΗ
Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό, όταν
την παραδώσανε στον καινούριο της ιδιοκτήτη… ένα χαμογελαστό, μελαχρινό άντρα,
με δυνατά χέρια…. Χάιδεψε τη ράχη της, και τη μακριά της χαίτη, και η Νεφέλη
έσκυψε το κεφάλι της με υποταγή…. Ήταν το δώρο για τη γυναίκα του, είπε, ήταν
το ίδιο όμορφη σαν κ αυτήν…..
Καλοσυνάτη και υπάκουη
από τη φύση της, ακολούθησε τον άντρα στο λιβάδι με τις κόκκινες παπαρούνες και
έμεινε εκεί, μέχρι που ο Στεφάν την πήρε από το γαλάζιο της χαλινάρι να την
γνωρίσει στη γυναίκα του…. Η Νεφέλη πλησίασε αργά για να μη την τρομάξει… ήταν
άμαθη από άλογα, είπε….. η γυναίκα πλησίασε αγέρωχα, και είπε ευχαριστώ , είναι
πολύ ωραίο… και μετά έφυγε για τη σάλα που ήταν γεμάτη κόσμο…. Ο Στεφάν την
κανάκεψε, και την πήγε στο κατάλυμα της γι απόψε… μέχρι να τελειώσει το
παλατάκι της όπως είπε….
Την άλλη
μέρα, ήρθε ένας όμορφος νέος άνδρας, για να συνοδεύει τη γυναίκα στο λιβάδι..
Ήταν
ευγενικός μαζί της, και ήξερε την προσέχει…
Οι μέρες
κυλούσαν αργά … και η Νεφέλη ήταν όπως πάντα υπάκουη και καλή με την γυναίκα ,
και άκουγε όλες τις εντολές του
εκπαιδευτή της…
Θλιβόταν
μόνο γιατί ήξερε πως δεν την αγαπούσαν όπως αυτή…. Η γυναίκα φερόταν τόσο
υπεροπτικά απέναντί της…. Μα δε παραπονιόταν….. η αγνή της καρδιά δεν γνώριζε
κακία…. Αγαπούσε τους ανθρώπους που ζούσε μαζί τους ….
……..όμως με
τον άνδρα ήταν αλλιώς…. κάθε βράδυ όσο κουρασμένος κι αν ήταν…. Θα της
βούρτσιζε τη χαίτη και τη ράχη της …. Θα την παίνευε για την ομορφιά της….
Έτσι περνούσαν οι μέρες….. μέχρι που ο
αγέρας πλάι της άλλαξε… η γυναίκα… τόξερε…. δεν αγαπούσε τον Στεφάν….. κ αυτό
την πλήγωνε πολύ …δεν μπορούσε να το καταλάβει….
Στην αρχή ήταν μπερδεμένη… δεν ήξερε
τους τρόπους των ανθρώπων…. Μετά άρχισε να θυμώνει…. Άρχισε να καταλαβαίνει…. Κορόιδευαν
και οι δυό τον αγαπημένο της …..
….
Προσπαθούσε να είναι καλή και υπάκουη, όπως πάντα, μα κάθε βράδυ ο Στεφάν την έβρισκε
με τη μακριά της χαίτη μούσκεμα στον ιδρώτα, και το χνώτο της να βγαίνει βαρύ…
-
Τι είναι
Νεφέλη μου της έλεγε… γιατί τρόμαξες….
…μα δεν
μπορούσε να μιλήσει… έσκυβε το κεφάλι της στο χώμα,,, για να μη δει ο Στεφάν τα
ωραία της μάτια να δακρύζουν…
Ναι
μπορούσε να κλαίει…
Μα
δεν την είχε δεί κανείς ποτέ να το κάνει…
Εκείνο το απόγευμα είχαν πάει πάλι βόλτα οι
τρεις τους όπως κάθε μέρα…. Η γυναίκα ήταν θυμωμένη..φώναζε…
Σε μια
στιγμή… άρχισε να χτυπάει τον άντρα… …την έσπρωξε άγρια….
Και έπεσε στο χώμα….. η νεφέλη τρόμαξε… όσο
δεν είχε τρομάξει ποτέ….. άρχισε να τρέχει… έπρεπε να βρει τον Στεφάν
Χλιμίντρισε άγρια μπροστά στην αυλή…
… ο άντρας
έτρεξε, την χάιδεψε στη ράχη να ησυχάσει… και τρεξανε μαζί… τον οδήγησε στο λιβάδι….
Ο Στεφάν
έκανε σαν τρελός…. Φώναζε το ονομά της…. Τότε ο νεαρός άντρας του επιτέθηκε….
Χωρίς να το σκεφτεί, τον έσπρωξε με τα
δυνατά της πόδια… το μαχαίρι γύρισε πίσω…
….. ¨Εκανε
πολύ καιρό να τον δει…. Τα χόρτα στο λιβάδι είχαν ψηλώσει… το σπίτι ερήμωσε…
Όταν γύρισε ήταν αγνώριστος….
Δεν χαμογελούσε πια…. Και το βλέμμα του ήταν
σκοτεινό….
Κάθε πρωί
πήγαιναν μέχρι πέρα το δάσος μαζί….. και το βράδυ μένανε έξω και ανάβανε φωτιά
…. Η Νεφέλη
τον κοίταζε σιωπηλή…. Και θυμόταν όλα αυτά που έγιναν… πως μπόρεσαν σκεφτόταν
να κλέψουν τη χαρά από τον αγαπημένο της… τη ζωή του…
….Τον έβλεπε
μέρα με τη μέρα αυτόν τον δυνατό άντρα να χάνει το φως από τα μάτια του…. Ήξερε ότι ο θάνατος δεν θα αργούσε τώρα…
Και … πήρε
την απόφαση της….
… Στη γέμιση
του φεγγαριού… πήγε ξανά στο λιβάδι….
Εκεί που χάθηκε εκείνη….
Βρήκε το
μονοπάτι και το χαμένο αίμα….
… κι έκλαψε
όσο ποτέ….
….. με αγάπη
απέραντη….
Με τις οπλές
της έσκισε το στήθος της…
Το ασημένιο
της τρίχωμα βάφηκε άλικο…
. ……..Και η
ζωή έφυγε απ τα μάτια της….
…. Κανείς
δεν μπόρεσε να καταλάβει τι έγινε… άλλοι λέγανε πως κάποιο θηρίο από το βουνό ,
άλλοι αγέλη λύκων….
…. Ο Στεφάν
δεν καταλάβαινε τίποτα πια….. πήγαινε κάθε βράδυ στο λιβάδι και μιλούσε με την
γυναίκα του… και της έδειχνε τη Νεφέλη…
Μετά από
λίγες μέρες….. έπεσε με πυρετό …εξασθενημένος από την αϋπνία…… φώναζε μέσα στον
παραλογισμό του το θάνατο λες και καλούσε κάποιο καλό του φίλο…..
Και ήρθε…..
μα όχι ο θάνατος…..
Μια
πανέμορφη κοπέλα με το νυφικό της φόρεμα
Όμορφη όπως
τη γνώρισε…. Μα τόσο διαφορετική…. Τα μάτια της ήταν γαλάζια και γεμάτα αγάπη….
Τα μαλλιά της ξανθά ανέμιζαν….
….Κάθισε
δίπλα του …. και του χάιδεψε το ιδρωμένο του μέτωπο ώρα πολύ….
Μέχρι που
ξημέρωσε….
… Στο λιβάδι
ακούγονταν μουσικές… φίλοι και γνωστοί έρχονταν για το γάμο του Στεφάν με την κοπέλα
από την πόλη… όλοι είχαν να λεν για την καλοσύνη και την ομορφιά της… και πόσο
τον αγαπούσε… τα μάτια της δάκρυζαν κάθε φορά που τον κοίταζε….
… μόνο που
δεν ήθελε να πάει στο λιβάδι… και δεν της άρεσε να ιππεύει το καστανό
καθαρόαιμο που της έκανε δώρο ο Στεφάν στα γενέθλιά της….
…. Και … στο
γέμισμα του φεγγαριού…. Χτένιζε τα μακριά της μαλλιά….. και έλεγε ένα τραγούδι
παράξενο πολύ…..
…………… για
την αγάπη…
…. που
βρίσκει το δρόμο…
………..για την
αγάπη….
….. που ξεγελά
το χρόνο…..
RED
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου